Aristoteleion

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Κοινή ησυχία / Καιρός να αφήσουμε τα όνειρα μας να ακουστούν

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Κοινή ησυχία / Καιρός να αφήσουμε τα όνειρα μας να ακουστούν

Δεν είναι πρώτη φορά που οι Βασίλης Παπακωσταντίνου και Οδυσσέας Ιωάννου συναντιούνται πάνω στη σκηνή. Είχαν συνυπάρξει ξανά στην παράσταση «9:05» και όλοι θυμόμαστε πόσο είχε αγγίξει τον κόσμο αυτή η δουλειά. Τρία χρόνια μετά (τις πολύ επιτυχημένες παρατάσεις και περιοδεία) έρχονται στο θέατρο Διάνα με μια νέα μουσικοθεατρική παράσταση και με σπουδαίους συνεργάτες. Το όνομα αυτής «Κοινή ησυχία» κι αν το όνομα σας κάνει εντύπωση τότε πρέπει να περάσετε οπωσδήποτε από την οδό Ιπποκράτους γιατί αυτό που γίνεται εκεί από τις 23 Φεβρουαρίου και θα συνεχιστεί έως και τα μέσα Απρίλη είναι μια στάση της ενηλικίωσης μας και ένας διάλογος με την εφηβεία μας που μάλλον έχουμε κλείσει σε κάποιο συρτάρι και εκείνη κάτι έχει να μας πει.

Ο ραδιοφωνικός παραγωγός, στιχουργός και συγγραφέας Οδυσσέας Ιωάννου υπογράφει το κείμενο. Έχει σημασία που αναφέρω τρεις από τις – πιο γνωστές – ιδιότητες του Οδυσσέα και υπάρχει λόγος που τον αναφέρω με το μικρό του. Αν ένας από τους ανθρώπους που ασχολείται με την μουσική μπορεί να θεωρηθεί η φωνή μας στο ραδιόφωνο τότε θα είναι σίγουρα εκείνος. Όλοι οι 40+, και όχι μόνο, είτε με τα walkman είτε με τις κασέτες που γράφαμε τις εκπομπές του, μάθαμε να ακούμε καλή ελληνική μουσική και να αντιγράφουμε τις ατάκες του για να κάνουμε τους «διαβασμένους» την επόμενη ημέρα στην παρέα. Δεν μας έκανε εντύπωση όταν κυκλοφόρησε ο πρώτος του δίσκος ούτε βέβαια η μετέπειτα συνεργασία του με τον τεράστιο Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Στη παράσταση Κοινή ησυχία επιχειρείται μια αναζήτηση, ένα σκούντημα σε όλους μας που τα τελευταία χρόνια είναι σα να μας επιβλήθηκε μια ιδιόμορφη απαγόρευση. Να πάψουμε να ονειρευόμαστε. Αυτό έπαθε και ο Μιχάλης (Τιτόπουλος) με την Σοφία (Πανάγου). Ξέχασαν να ονειρεύονται και συνήθισαν να μην τους νοιάζει. Και εκεί έρχεται ο από μηχανής Οδυσσέας να του δείξει όχι τον τρόπο, αλλά να τους θυμίσει πως «Τα όνειρα μας τα τρέφουν οι άλλοι» και ποιος θα μπορούσε να είναι καλύτερος σύμμαχος του σε αυτό πέρα από τον αιώνιο έφηβο Βασίλη Παπακωνσταντίνου.

Δεν γίνεται να έχεις ονειρευτεί να αλλάξεις τον κόσμο και να μην έχεις ακούσει Βασίλη. Στην παράσταση ακούγονται περίπου 30 τραγούδια από όλη την διαδρομή του σπουδαίου τραγουδιστή και φυσικά, κομμάτια άλλων ερμηνευτών. Από τον δίσκο «Φοβάμαι», «Διαίρεση», «Χαιρετίσματα» στο 1993 και στην μελοποίηση των ποιημάτων του Τάσου Λειβαδίτη με το «Φυσάει» πάμε μετά στην «Θάλασσα στη σκάλα» των Θάνο Μικρούτσικου και φυσικά, Οδυσσέα Ιωάννου. Δεν έλειψε η «Μικρή πατρίδα» των Ανδρέου και Καρασούλου και η «Όμορφη πόλη» του Χατζιδάκι. Για τον Παπακωσταντίνου ότι και να πούμε δεν φτάνει. Είναι κομμάτι μας. Για άλλη μια φορά με σεβασμό στο φανατικό κοινό του τα έδωσε όλα. Με χιούμορ, με πολιτικό σχόλιο, με γενναιοδωρία έκανε ένα ολόκληρο θέατρο να σειστεί. Δεν έχει σημασία ούτε ο τόπος ούτε ο χρόνος για αυτόν τον καλλιτέχνη. Είναι πάντα εκεί για το κοινό του. Είναι το κοινό του. Κατάφερε πάλι να μας κάνει να θέλουμε να σηκωθούμε και να φωνάξουμε για όλα αυτά που χρόνια τώρα ζούμε στα τραγούδια του. Συνοδοιπόροι του οι μουσικοί που τον ακολουθούν πάντα. Ο Ανδρέας Αποστόλου: Πιάνο-ενορχηστρώσεις, ο Βαγγέλης Πατεράκης: Μπάσο, ο Στέφανος Δημητρίου: Κρουστά, ο Γιάννης Αυγέρης: Κιθάρες- πνευστά και η Μαίρη Μπρόζη: Βιολί-μαντολίνο-τραγούδι.

Ο Μιχάλης Τιτόπουλος για άλλη μια φορά αποδεικνύει πόσο εύκολα μπορεί να μεταμορφωθεί σε ότι ερμηνευτικά του ζητήσουν. Είτε ως επαναστατημένος έφηβος, είτε ως απογοητευμένος ενήλικας είναι πειστικότατος. Έχει άνεση να κινείται πάνω στην σκηνή και μεγάλη ευκολία να κάνει δικό του το κείμενο. Αυτό δεν κάνει ένας καλός ηθοποιός; Επίσης, φοβερός όταν τραγούδησε πάνω στη σκηνή. Κάτι, βέβαια, που δεν μας έκανε εντύπωση αφού είναι γνωστό πόσο καλά υποστηρίζει και το φωνητικό κομμάτι και όχι απλά ως ηθοποιός, αλλά ως τραγουδιστής, εξάλλου, εμφανίζεται σε μικρές μουσικές σκηνές. Σε αυτήν την δουλειά τον βλέπουμε να χορεύει κιόλας. Η γλυκύτατη Σοφία Πανάγου ταιριάζει γάντι στο ρόλο της γυναίκας που προσπαθεί μέσα από ένα σωρό δυσκολίες και ματαιώσεις να αντισταθεί. Πολύ καθαρός λόγος, ωραία χημεία με τον Τιτόπουλο και μια αμεσότητα που από την πρώτη στιγμή σε κερδίζει και σε κάνει να νιώθεις μέρος της ιστορίας. Πολύ ενδιαφέρον έχει και η σκηνοθεσία της παράστασης.

Τα εύσημα εδώ στην Ελένη Ράντου, στην πρώτη σκηνοθετική της δουλειά. Οι φόρμες που επιλέγει είναι απλές, αφήνοντας το κείμενο να εξελιχθεί. Με δύο παράλληλες πράξεις πάνω στην σκηνή, δημιουργεί ένα ξεκάθαρο περιβάλλον όπου ο καθένας έχει το σημείο δράσης του. Είναι πολύ έξυπνος ο εμβόλιμος τρόπος που σκέφτηκε για να εισάγει στην δραματουργία τον Παπακωνσταντίνου και τον Ιωάννου. Μοιάζει σα να έχει αφήσει ένα παράθυρο ανοικτό στη ζωή του ζευγαριού που τις κατάλληλες στιγμές γίνονται οι απαραίτητες παρεμβάσεις. Ένα παράθυρο που έχει διττή σημασία. Και αυτό της θεατρικής οικονομίας, αλλά και της απαραίτητης εκτόνωσης των συναισθημάτων. Το σκηνικό και αυτό λιτό τόσο όσο για να διαφοροποιήσει την παράλληλη δράση χωρίς όμως να την απομονώσει.

Μια πολύ ωραία πρόταση, λοιπόν, γιατί πολύ απλά φτάνει με την απογοήτευση και την παραίτηση. Αυτή η παράσταση έγινε για να διαταράξει την Κοινή Ησυχία μας και να μας θυμίσει πως τα όνειρα πρέπει να τα ακούμε να ουρλιάζουν για να μας θυμίζουν πως η ζωή μας είναι εδώ και μας περιμένει.